Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

Οι προσφορές μας οδηγούν σε μεγαλύτερες μερίδες;

Οι προσφορές μας οδηγούν σε μεγαλύτερες μερίδες;

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι προσφορές στα προϊόντα τροφίμων με τις μεγάλες οικογενειακές μερίδες – συσκευασίες αποτελούν το πιο δημοφιλή τρόπο για την προσέλκυση του καταναλωτή, σε ένα άκρως οικονομικά ανταγωνιστικό περιβάλλον που η υπερπροσφορά προϊόντων τροφίμων παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Αυτή, όμως, η χωρίς όρια προσφορά ποσότητας τροφής, απόρροια οικονομικών κυρίως παραμέτρων, μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή της διατροφικής συμπεριφοράς και στην αύξηση του σωματικού βάρους μέσω της κατανάλωσης μεγαλύτερων μερίδων.

Τι εννοούμε όμως με τον όρο μερίδα και σε τι ποσότητες τροφής αντιστοιχεί; Εξ’ ορισμού η μερίδα είναι εξατομικευμένη, καθώς εξαρτάται από τη συνιστώμενη ημερήσια κατανάλωση ενέργειας του κάθε ατόμου και καθορίζεται βάσει του φύλου, του σωματικού βάρους, της φυλής, του ύψους και της ηλικίας. Μεταβάλλεται, ανάλογα με την ανάγκη συντήρησης, αύξησης ή μείωσης του σωματικού βάρους, το ιατρικό και διατροφικό ιστορικό και τη σωματική δραστηριότητα. Υπό αυτή την έννοια, δεν υπάρχει ένα ‘πρότυπο’ μερίδας που να αντιστοιχεί και να καλύπτει όλους τους ανθρώπους. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντική η επιμόρφωση και η εκπαίδευση των ατόμων στις ποσότητες του φαγητού, χωρίς να είναι πάντοτε απαραίτητη η ζυγαριά. Εξάλλου, η κατά κόρον χρήση όρων μέτρησης για την μερίδα, όπως ‘μικρή’, ‘μεσαία’, ‘μεγάλη’ περισσότερο δημιουργεί σύγχυση στους καταναλωτές, παρά τους βοηθά, μιας και η ερμηνεία τους διαφέρει αισθητά, λόγω των υποκειμενικών κριτηρίων που συχνά υπεισέρχονται για τον προσδιορισμό τους. Μια οπτική, λοιπόν, σύγκριση με αντικείμενα από την καθημερινότητα μπορεί να αποδειχτεί εξαιρετικά χρήσιμη για τον υπολογισμό των μερίδων, ειδικά σε ένα περιβάλλον που προωθεί την υπερπροσφορά ποσότητας τροφής.

Μελέτες έχουν δείξει ότι προσφορές στα τρόφιμα, που αφορούν σε μεγάλες οικογενειακές μερίδες και συσκευασίες, παρασύρουν σε υπερκατανάλωση (αύξηση κατά 30%). Αντιθέτως, στα ίδια τρόφιμα σε μικρότερες συσκευασίες ή ποσότητες, η κατανάλωση μειώνεται κατά 50%. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ακόμα και τα πιο θρεπτικά φαγητά όταν καταναλώνονται σε μεγάλες ποσότητες μας φορτίζουν με επιπρόσθετες θερμίδες με αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον B. Wansink (Πανεπιστήμιο Cornell) η τάση του ανθρώπου για κατανάλωση περισσότερης τροφής όταν εκτεθεί σε μεγαλύτερη μερίδα φαγητού, είναι μηχανική, άσχετα αν ερευνητικά δεδομένα καταδεικνύουν ότι εκ γενετής είναι ανεπτυγμένο το αίσθημα της πείνας και του κορεσμού, ερεθίσματα, τα οποία θα έπρεπε να λειτουργούν ρυθμιστικά για την ποσότητα κατανάλωσης τροφής. Ωστόσο, με το πέρας της ηλικίας, παρατηρείται ότι η ανταπόκριση σε αυτά τα εσωτερικά ερεθίσματα, για άγνωστους ακόμα λόγους, σταματά. Κρίνεται, λοιπόν, χρήσιμο να αποφεύγονται οι μεγάλες συσκευασίες και οι έξτρα ποσότητες, καθώς η παγίδα της υπερκατανάλωσης ή ακόμα και μιας μέτριας αύξησης στο μέγεθος των μερίδων καραδοκεί, οδηγώντας στην προσθήκη έως και δέκα κιλών στο σωματικό βάρος σε διάστημα ενός μόλις έτους.

Ακόμα όμως και αν το πρώτο ερέθισμα για την κατανάλωση μεγαλύτερων μερίδων έχει τις αιτιάσεις του στον επιχειρηματικό ανταγωνισμό, ωστόσο μια από τις βασικότερες αιτίες για τις οποίες, σήμερα, καταναλώνονται μεγαλύτερες μερίδες είναι διότι θεωρούνται περισσότερο συμφέρουσες οικονομικά. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν και οι Wansink και Van Ittersum (J Am Diet Assoc), σημειώνοντας ότι: «ένα οικονομικά συμφέρον μέγεθος τροφίμου οδηγεί στην κατανάλωση μεγαλύτερου γεύματος, και ένα οικονομικά συμφέρον γεύμα σε ένα εστιατόριο οδηγεί στην προσφορά μεγαλύτερου και περισσότερο οικονομικά συμφέροντος γεύματος στο απέναντι εστιατόριο!». Έτσι, το μεγαλύτερο ποσοστό των καταναλωτών έχει την αντίληψη ότι αγοράζοντας μεγαλύτερες μερίδες φαγητού, εξοικονομεί χρήματα αποκτώντας μεγαλύτερη αξία, καθώς επιτυγχάνει καλύτερο ποσοστό στη σχέση τιμής και μονάδας τροφίμου (το γνωστό ‘value for money’). Ο ανταγωνισμός και ο ‘πόλεμος’ στον τομέα των τροφίμων δεν είναι πλέον σε επίπεδο τιμών αλλά σε επίπεδο μεγέθους λειτουργώντας δυστυχώς με κανόνες ‘παζαριού’. Για αυτό, το οικονομικότερο - μικρότερο αναλογικά κόστος αγοράς και διάθεσης, δρα εξαιρετικά δελεαστικά ικανοποιώντας τις οικονομικές ευαισθησίες του καταναλωτικού κοινού και εξηγεί την προφανή προτίμηση του να επιλέγει συμφέρουσες μεγάλες ή οικογενειακές συσκευασίες.

Συνάμα, αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι αν τα εστιατόρια προσφέρουν μικρότερες μερίδες οι πελάτες είναι δυσαρεστημένοι και αλλάζουν χώρο εστίασης. Έτσι το να προσφέρουν μεγαλύτερη μερίδα τους κοστίζει πολύ λιγότερο από το κόστος που έχουν αν χάσουν το καταναλωτικό κοινό εξαιτίας των μικρών μερίδων. Προτιμούν δηλαδή να έχουν ‘μισή τιμή αλλά διπλούς πελάτες’ καθώς βλέπουν ότι οι προσφορές και οι μειώσεις τιμών αποδίδουν. Μία έξυπνη λύση για να εκμεταλλευτείτε το γεγονός ότι οι μερίδες είναι μεγαλύτερες του κανονικού είναι να παίρνετε μαζί σας για το σπίτι ότι περισσεύει ή να το μοιραστείτε με το φίλο σας και έτσι να παραγγείλετε συνολικά λιγότερα πιάτα.

Από την άλλη πλευρά, έχει παρατηρηθεί ότι όσο περισσότερα χρήματα έχει πληρώσει κάποιος για ένα γεύμα, τόσο περισσότερο τείνει να τρώει από το προσφερόμενο φαγητό. Ειδικότερα σε γεύμα σε μπουφέ, παρατηρήθηκε ότι, όταν η τιμή που έχει πληρωθεί κατά άτομο είναι υψηλή, τότε το πιάτο παραγεμίζεται προκειμένου να «καλυφθεί η αξία» του τιμήματος που ξοδεύτηκε. Αντίθετα, όταν το κόστος του μπουφέ είναι πιο λογικό, τότε η κατανάλωση είναι πιο μετρημένη. Επομένως αν θέλετε να διατηρήσετε τη γραμμή σας, αποφύγετε να τρώτε σε εστιατόρια που είναι πολύ ακριβότερα από τις οικονομικές σας δυνατότητες.

Τέλος, μια ενδιαφέρουσα λύση έρχονται να δώσουν, σήμερα, λόγω οικονομικής κρίσης, πολλά εστιατόρια, fast-food, μπαρ, πολυδύναμες μονάδες εστίασης, ζαχαροπλαστεία και βιομηχανίες τροφίμων τα οποία επινόησαν τρόπους για να μετατρέψουν τις καταναλωτικές επιθυμίες του κοινού σε small size. Μισές μερίδες φαγητού, μικρότερες συσκευασίες τροφίμων και ποτά μινιατούρες είναι μερικές από τις πατέντες των ιδιοκτητών. Πιο συγκεκριμένα, σας δίνετε η δυνατότητα να παραγγείλετε μισή μερίδα φαγητό και να πληρώσετε τη μισή τιμή. Έτσι συνδυάζετε το οικονομικό με το διατροφικό όφελος.

Καταλήγοντας μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι οι προσφορές για μεγαλύτερα μεγέθη συσκευασίας-μερίδας δεν αποτελούν ‘προστιθέμενη αξία’ και δεν είναι πάντα συμφέρουσες στον τομέα της διατήρησης ενός καλύτερου επιπέδου σωματικής υγείας, καθώς η λογική του ‘φθηνού και άφθονου’ εγκυμονεί κινδύνους.

Παναγιώτης Α. Βαραγιάννης M.Med.Sc.
Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος
Γενικός Γραμματέας Πανελληνίου Συλλόγου Διαιτολόγων-Διατροφολόγων

Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

Τυρί και γαστρονομία

Τυρί και γαστρονομία

Ανήκει στην ομάδα τροφίμων των γαλακτοκομικών, βρίσκεται στη μέση της Διατροφικής πυραμίδας και προτείνεται για καθημερινή κατανάλωση καθώς προσφέρει στον οργανισμό πολύτιμα θρεπτικά συστατικά που θωρακίζουν την υγεία. Από την πλευρά της γευστικής απόδοσης μπορεί να ικανοποιήσει ακόμη και τους πιο απαιτητικούς ουρανίσκους και να καλύψει εξεζητημένες γαστρονομικές απαιτήσεις εφόσον διαθέτει το ‘χάρισμα’ του συνδυασμού με τις περισσότερες διατροφικές ομάδες δημιουργώντας ένα πλήθος συνταγών και μια παλέτα μαγειρικών επιλογών.

Η καθημερινή του κατανάλωση δίνει την ευκαιρία για άπειρες μαγειρικές εκδοχές και πειραματισμούς (π.χ. σαλάτες, ψωμί, ζυμαρικά, πίτες, καναπεδάκια, κρέπες, σφολιάτες, γκρατέν, ομελέτες, πίτσες, σάλτσες, σουφλέ, σούπες, φοντύ, φρούτα, γλυκά) προωθώντας την τυροφαγία ως ύψιστη γαστρονομική απόλαυση. Οι Γάλλοι μάλιστα περηφανεύονται ότι έχουν ένα διαφορετικό τυρί για κάθε μέρα του χρόνου, ενώ και η δική μας μαγειρική παράδοση το τιμά ιδιαίτερα, αφού όλα τα μέρη της Ελλάδας παράγουν τα δικά τους εποχικά τυριά (20 τυριά χαρακτηρισμένα ως Π.Ο.Π) και ως γνωστόν κατέχουμε την πρώτη θέση παγκοσμίως στην κατανάλωση τυριού (28 kg/έτος/κάτοικο με αυξητική τάση). Σε όλο τον κόσμο παράγονται περισσότερα από 2000 πιστοποιημένα τυριά.

Για την ιστορία αναφέρουμε ότι το τυρί οφείλει την ονομασία του (στα γαλλικά), ‘fromage’ από τη λατινική λέξη ‘forma’ εφόσον το συγκεκριμένο προϊόν της πήξης του γάλακτος ακολουθείται από το στράγγισμα σε φόρμα. Παλαιότερα, το έτρωγαν οι πιο φτωχοί ως πλήρη, βασική τροφή, ενώ σε όλες τις εποχές υπήρξε το κύριο φαγητό των αγροτών. Λόγω της μεγάλης θρεπτικής του αξίας (περιέχει πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας, βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία) και της προσιτής τιμής αγοράς, κατάφερε να θεωρηθεί διατροφικά ‘το κρέας των φτωχών’. Παρόλα αυτά, στις αρχές του 15ου αιώνα, αναγνωρίστηκε και ως τροφή των ευγενών, όταν ο Σαρλ ντ’ Ορλεάν το προσέφερε ως δώρο στις κυρίες της αυλής του. Στις μέρες μας, το τυρί καταναλώνεται ευρέως από όλες τις κοινωνικές ομάδες, σε όλη την πλανητική κλίμακα αναλαμβάνοντας ποικίλους νόστιμους ρόλους. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι παλαιότερα, τα τυριά σερβίρονταν προαιρετικά αντί για επιδόρπιο. Πιο συγκεκριμένα, το 19ο αιώνα θεωρούνταν μια λιχουδιά, προνόμιο αποκλειστικά του ανδρικού φύλου, το οποίο προσφέρονταν στο χώρο καπνίσματος, συνοδεία αλκοολούχων ποτών. Σήμερα, αποτελούν περισσότερο παράταση του γεύματος (ανεξαρτήτου φύλου και ηλικίας) και σερβίρονται μετά ή μαζί με τη σαλάτα και συνήθως πριν το επιδόρπιο.

Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι τα τυριά μπορούν να καταναλωθούν είτε αυτόνομα-αυτούσια (χωρίς μαγειρική επεξεργασία), είτε συνδυασμένα με άλλα τρόφιμα (χωρίς μαγειρική επεξεργασία), είτε ως συστατικό-υλικό σε ένα σύνθετο πιάτο (με μαγειρική επεξεργασία) καλύπτοντας πλήρως όλες τις γευστικές επιταγές.

ΠΛΑΤΟ ΤΥΡΙΩΝ:
Σε ένα πλατό τυριών μπορεί να συνυπάρξουν αρμονικά διαφορετικά είδη τυριών, διαφορετικής χώρας προέλευσης και επεξεργασίας τα οποία αν συνδυαστούν με τα κατάλληλα ποτά ή φρούτα μπορούν να ‘κλείσουν’ ένα γεύμα. Μπορεί επίσης από μόνο του, το πλατό λόγω του πληθωρικού χαρακτήρα του, να αποτελέσει το κυρίως θέμα σε ένα οικογενειακό, φιλικό, καθημερινό τραπέζι. Οι παραλλαγές στη σύστασή του είναι πραγματικά πολλές, όμως σε γενικές γραμμές, προτείνονται 4 είδη τυριών (200γρ/άτομο) από τις μεγάλες οικογένειες τυριών για να καλύπτει όλα τα γούστα. Οφείλει να περιλαμβάνει λευκά και κίτρινα τυριά που ξεκινούν από απαλές φρέσκες γεύσεις και φτάνουν στην ένταση ενός ώριμου κίτρινου ή λευκού τυριού. Τοποθετούνται κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού σύμφωνα με το περιεχόμενο τους σε μπαχαρικά, το άρωμα τους, την υφή τους, την ηλικία τους και τη γεύση τους.
Μια ιδέα για ευέλικτο πλατό τυριών είναι η εξής:

- Γαλοτύρι ΠΟΠ ή Μοτσαρέλα: συνδυάζεται τέλεια με ένα αρωματικό Sauvignon Blanc ή μοσχοφίλερο.
- Ένταμ ή Εμμενταλ: ένα Merlot ή ένα Riesling ταιριάζουν απόλυτα
- Μετσοβόνε ΠΟΠ ή Γκούντα : με ένα Chardonnay, προκαλεί γαστρονομική έκρηξη
- Ροκφόρ ή Στίλτον: με παλαιωμένο κόκκινο κρασί με έντονο χαρακτήρα, ή Port.

Είναι γνωστό επομένως, ότι το κρασί παραμένει το καλύτερο συνοδευτικό του τυριού, αλλά σύμφωνα με κάποιους συνδυασμούς που να αναδεικνύουν και τα δύο προϊόντα. Ιδανικά το τέλειο ζευγάρι είναι το τυρί και το κρασί να προέρχονται από την ίδια περιοχή. Παρόλα αυτά κάποιοι γενικοί κανόνες είναι οι εξής: Τα φρέσκα λευκά τυριά ταιριάζουν με φρέσκα λευκά κρασιά, τα λιπαρά κίτρινα τυριά με πλούσια κόκκινα κρασιά, τα ώριμα λευκά τυριά με ώριμα λευκά κρασιά, τα έντονα αλμυρά τυριά με όξινα λευκά κρασιά και τέλος τα παλαιωμένα κίτρινα τυριά με παλαιωμένα κόκκινα τυριά.

Μια εναλλακτική ή και συμπληρωματική πρόταση για να εκτιμηθεί και να αναδειχθεί η γεύση του τυριού αποτελεί ο συνδυασμός με διαφορετικά ειδή και ποικιλία ψωμιών τόσο σε γεύση όσο και σε σύνθεση (χωριάτικο, σικάλεως, κριτσίνια, κράκερς). Επίσης, μπορεί προαιρετικά, να προστεθούν ξηρά σύκα, βερίκοκα, σταφύλι, αχλάδι ή μαρμελάδες από φρούτα του δάσους.

Τέλος, προτού καταναλωθεί το τυρί θα πρέπει να αφεθεί σε θερμοκρασία δωματίου για μισή ώρα, ώστε να ανακτήσει και να αναπτύξει το άρωμα του. Καλό θα είναι να σερβίρονται σε δίσκο (ξύλινος, γυάλινος, μαρμάρινος, πορσελάνινος) του οποίου το υλικό να μην τους μεταδίδει κάποια μυρωδιά, ενώ δεν πρέπει τα τυριά να ακουμπάνε μεταξύ τους. Το κόψιμο τους, πρέπει να ακολουθεί και αυτό ορισμένους κανόνες του ‘savoir vivre’. Ο δίσκος πρέπει να φέρει ένα ή περισσότερα ειδικά μαχαίρια, τα οποία στην άκρη τους έχουν δύο μύτες που βοηθά στο τσίμπημα του κομματιού, καθώς το τυρί δεν πιάνεται με το πιρούνι.

Το πλατό τυριών είναι έτοιμο…να κεντρίσει τους γευστικούς κάλυκες, να αποτυπωθεί στο φιλμ των γευστικών αναμνήσεων και να συντροφεύσει αρμονικά την παρέα.


Παναγιώτης Α. Βαραγιάννης M.Med.Sc
Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος
Γενικός Γραμματέας Πανελληνίου Συλλόγου Διαιτολόγων - Διατροφολόγων

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

Πατάτα…η δημοφιλής. ‘Αγαπημένη τροφή μικρών και μεγάλων’

Πατάτα…η δημοφιλής
‘Αγαπημένη τροφή μικρών και μεγάλων’


Αμυλώδης κόνδυλος με καφέ φλούδα και χρυσή σάρκα, η πατάτα αποτελεί βασικό τρόφιμο, τόσο ως φρέσκο λαχανικό (πάντοτε μαγειρεμένο) όσο και ως τυποποιημένο προϊόν (τσιπς, τηγανιτές πατάτες), ενώ συχνά χρησιμοποιείται στην οινοπνευματοποιία, στην αμυλοποιία και την μπισκοτοποιία. Χωρίζεται σε δύο βασικούς τύπους: (α) της πρώιμης εσοδείας ή νέα (από Απρίλιο- Ιούλιο) και (β) της όψιμης εσοδείας (ώριμη ή παλιά). Είναι διαθέσιμη όλο το χρόνο, ενώ ταυτόχρονα, από τις καλλιεργήσιμες ποικιλίες της, εκ των οποίων η κυριότερη είναι η κίτρινη πατάτα, κάνει την εμφάνισή της σε όλη την πλανητική κλίμακα.

Για την ιστορία αναφέρουμε ότι η καλλιέργειά της απαντάται ήδη σε παλαιότερους χρόνους, με πρώτους καλλιεργητές τους Ίνκας. Στην Ευρώπη έφτασε το 1534, ενώ στην Ελλάδα ήρθε με τον Καποδίστρια. Το έτος 2008 ανακηρύχθηκε Παγκόσμιο Έτος Πατάτας από τα Ηνωμένα Έθνη, ενώ σήμερα η παγκόσμια κατανάλωση αγγίζει τα 100 κιλά ετησίως ανά άτομο.


ΘΡΕΠΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ:

Πράγματι, η πατάτα είναι ιδιαίτερα δημοφιλής και βασική τροφή, παράλληλα υγιεινή και φτηνή, ενώ είναι σχεδόν απαραίτητη στη μαγειρική, και γνωρίζει την πλούσια γκάμα συνταγών από όλα τα λαχανικά, ξεκινώντας από τα πιο απλά και λαϊκά εδέσματα και φτάνοντας στα πιο εξευγενισμένα.

Επίσης είναι πλούσια φυσική πηγή σύνθετων υδατανθράκων καθώς και σε πολλά θρεπτικά συστατικά, όπως βιταμίνες Β (Β1, Β2, Β6) και C (50% της ΣΗΠ), Ε, αποτελώντας συνάμα καλή πηγή σε κάλιο (1/3 της ΣΗΠ), φολικό οξύ, σιδήρο, μαγνήσιο, σελήνιο και φυτικές ίνες. Δεν περιέχει χοληστερίνη ή άλλα λιπαρά αλλά ούτε νάτριο και θερμιδικά αποδίδει 70-130 Κcal/100gr ανάλογα με το μαγείρεμα. Μάλιστα, όταν τρώγεται με τη φλούδα της είναι καλή πηγή σε φυτικές ίνες που έχουν ευεργετικές ιδιότητες στον οργανισμό.

Από τις πατάτες, ο ανθρώπινος οργανισμός προμηθεύεται την περισσότερη πρωτεΐνη και σίδηρο σε σύγκριση με άλλα λαχανικά, λόγω της υψηλής ποσότητας κατανάλωσης τους. Επειδή μάλιστα η περιεκτικότητά τους σε υδατάνθρακες είναι υψηλή και κυρίως όταν τηγανίζονται (προτιμότερο σε ελαιόλαδο) συνίσταται να καταναλώνονται με μέτρο από όσους επιθυμούν να ελέγχουν το σωματικό τους βάρους.

Παλαιότερα, παραδόξως οι πατάτες θεωρούνταν καλές για τους ρευματισμούς. Ο χυμός της ωμής πατάτας όταν εφαρμόζεται στην πάσχουσα περιοχή, λέγονταν πως θεραπεύει τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τους ρευματισμούς, το διάστρεμμα και τις μελανιές. Η πατάτα μπορεί να έχει αντικαρκινικές (σκουαλένιο, καροτενοειδή, πολυφαινόλες) και αντιβιοτικές ιδιότητες, παρόλο που σπάνια εμφανίζεται στην κορυφή της λίστας στη διατροφή ατόμων με χαμηλά ποσοστά καρκίνου (αναστολείς πρωτεάσης, φλούδα).


ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ & ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ:

Η πατάτα μπορεί να συνοδεύσει ουσιαστικά όλα τα κρέατα, τα πουλερικά και τα ψάρια, ακόμα και τα αυγά. Έτσι μπορούν να γίνουν ψητές στο αλουμινόχαρτο, βραστές, τηγανιτές, ογκρατέν, πατατοσαλάτα, κατσαρόλας, σούπα, σοταρισμένες ή γεμιστές. Ωστόσο, οι πατάτες χρειάζονται προσοχή να μην παραμείνουν για πολύ στον ήλιο διότι πρασινίζουν από το σχηματισμό μιας ουσίας της σολανίνης η οποία είναι δηλητηριώδης (διατηρούνται σε μέρος ξηρό και αεριζόμενο στους 8-10 0C). Για αυτό όταν καθαρίζονται οι πατάτες πρέπει να πλένονται πριν και μετά το καθάρισμά τους ενώ τα πράσινα τμήματα πρέπει να απορρίπτονται.

Πατάτες τηγανιτές: βουτάτε τις πατάτες που έχετε κόψει σε μπαστουνάκια πάχους 1 εκ. και μήκους 7 εκ. ή σε ροδέλες (για να απορροφήσουν λιγότερο λάδι) σε πολύ καυτό λάδι (ελαιόλαδο) στους 180 0C για 7’-8’. Περιμένετε μέχρι η τηγανιά, που κρύωσε, να ξαναβρεί τη θερμοκρασία της προκειμένου να ροδίσουν.

Καταλήγοντας διαπιστώνουμε ότι οι θρεπτικές ιδιότητες της πατάτας, η γεύση και η ευκολία πέψης που δημιουργεί είναι ευρέως αποδεκτές. Πράγματι, οι πατάτες είναι εξαιρετικό τρόφιμο με ξεχωριστή γεύση, με πολλές θρεπτικές και ωφέλιμες ουσίες και μεγάλη διατροφική αξία αν χρησιμοποιηθούν σωστά και με μέτρο. Σήμερα, πάντως, με βάση τις νέες τάσεις της υγιεινής διατροφής που έχουν σαν πρότυπο την παραδοσιακή «Μεσογειακή Διατροφή» η πατάτα όπως και τα λαχανικά, βρίσκονται στη βάση της Διατροφικής Πυραμίδας, γι’ αυτό συνολικά συνίσταται η ημερήσια κατανάλωσή τους. Επισημαίνουμε, ωστόσο ότι ο τρόπος ετοιμασίας και η συχνότητα κατανάλωση της πατάτας είναι βασικοί παράγοντες που καθορίζουν την ευεργετική της ή μη δράση.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Α. ΒΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ MMedSc
ΚΛΙΝΙΚΟΣ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΟΣ -ΔΙΑΤΡΟΦΟΛΟΓΟΣ